Bijkomstig στα ελληνικά
Μετάφραση: bijkomstig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεργός, αναπληρωτής, υποβοηθητικός, συμπλήρωμα, θυγατρική, βοηθητικός, δευτερεύων, επικουρικός, τυχαίες, παρεπόμενες, παρεμπιπτόντως, παρεμπίπτοντα, παρεπόμενα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bijkans στα ελληνικά - σχεδόν, παραλίγο, περίπου, σχεδόν το, σχεδόν σε
- bijkomend στα ελληνικά - αναπληρωτής, συνεργός, βοηθητικός, συμπλήρωμα, επικουρικός, υποβοηθητικός, θυγατρική, ...
- bijl στα ελληνικά - πέλεκας, πελέκι, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
- bijlage στα ελληνικά - προσάρτημα, αναβάτης, παράρτημα, επισυνάψετε, αποδίδουν, συνδέσετε, να επισυνάψετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Bijkomstig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεργός, αναπληρωτής, υποβοηθητικός, συμπλήρωμα, θυγατρική, βοηθητικός, δευτερεύων, επικουρικός, τυχαίες, παρεπόμενες, παρεμπιπτόντως, παρεμπίπτοντα, παρεπόμενα
Μεταφράσεις: συνεργός, αναπληρωτής, υποβοηθητικός, συμπλήρωμα, θυγατρική, βοηθητικός, δευτερεύων, επικουρικός, τυχαίες, παρεπόμενες, παρεμπιπτόντως, παρεμπίπτοντα, παρεπόμενα