Brengen στα ελληνικά

Μετάφραση: brengen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκηνοθετώ, λουρί, μόλυβδος, φέρσιμο, κουβαλώ, διεξάγω, καθοδηγώ, φέρνω, συμπεριφορά, οδηγός, διαγωγή, ξεναγός, φορώ, μεταφέρω, ξεναγώ, αγορά, να φέρει, για να φέρει, να ασκήσει, να φέρουν
Brengen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • breisteek στα ελληνικά - βρόχος, ζεύξη, δίχτυ, πλέγμα, θηλιά, βρόγχος, δεμένη, ...
  • breken στα ελληνικά - παραβιάζω, παραβαίνω, αθετώ, να σπάσει, για να σπάσει, να σπάσουν
  • bres στα ελληνικά - διάλειμμα, θλάση, παραβιάζω, σπάζω, ρήγμα, ρωγμή, αντεπίθεση, ...
  • breuk στα ελληνικά - φτιάξιμο, αλλάζω, διάλειμμα, σπάσιμο, διχοτομία, λάθος, κλάσμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Brengen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκηνοθετώ, λουρί, μόλυβδος, φέρσιμο, κουβαλώ, διεξάγω, καθοδηγώ, φέρνω, συμπεριφορά, οδηγός, διαγωγή, ξεναγός, φορώ, μεταφέρω, ξεναγώ, αγορά, να φέρει, για να φέρει, να ασκήσει, να φέρουν