Brevet στα ελληνικά

Μετάφραση: brevet, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίπλωμα, επίτιμος τίτλος αξιωματικού, τιμητικού διπλώματος, τιμητικό δίπλωμα, τιμητικού διπλώματος το
Brevet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bres στα ελληνικά - διάλειμμα, θλάση, παραβιάζω, σπάζω, ρήγμα, ρωγμή, αντεπίθεση, ...
  • breuk στα ελληνικά - φτιάξιμο, αλλάζω, διάλειμμα, σπάσιμο, διχοτομία, λάθος, κλάσμα, ...
  • brief στα ελληνικά - γράμμα, επιστολή, έγγραφο, επιστολής
  • briefkaart στα ελληνικά - κάρτα, καρτ ποστάλ, ταχυδρομική κάρτα, ευχετήριων κάρτων
Τυχαίες λέξεις
Brevet στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίπλωμα, επίτιμος τίτλος αξιωματικού, τιμητικού διπλώματος, τιμητικό δίπλωμα, τιμητικού διπλώματος το