Dientengevolge στα ελληνικά

Μετάφραση: dientengevolge, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεπώς, άραγε, επομένως, κατά συνέπεια
Dientengevolge στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dienstregeling στα ελληνικά - πρόγραμμα, προγραμματίζω, χρονοδιάγραμμα, χρονοδιαγράμματος, το χρονοδιάγραμμα, χρονοδιάγραμμα που, χρονοδιάγρα
  • dienstwillig στα ελληνικά - πρόθυμος, συμβιβαστικός, υποδοχή, ελαστικοί, φιλόξενο, εξυπηρετικό
  • diep στα ελληνικά - βαθύς, βαθυστόχαστος, βαθιά, βαθύ, βάθος, βαθιές
  • diepte στα ελληνικά - βάθος, βάθους, το βάθος, εμπεριστατωμένη, διεξοδική
Τυχαίες λέξεις
Dientengevolge στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεπώς, άραγε, επομένως, κατά συνέπεια