Doden στα ελληνικά
Μετάφραση: doden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοτώνω, σκοτώσει, σκοτώνουν, σκοτώσουν, να σκοτώσει, θανάτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dode στα ελληνικά - πεθαμένος, νεκρός, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς
- dodelijk στα ελληνικά - θανάσιμος, θνητός, νεκρός, πεθαμένος, θανατηφόρος, μοιραίος, θανάσιμα, ...
- doek στα ελληνικά - τυλίγω, στρώμα, καμβάς, κομμάτι, πανί, αυλαία, κουρτίνα, ...
- doel στα ελληνικά - χρήση, πρόθεση, δεξίωση, αποβλέπω, προαίρεση, γκολ, ρόλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Doden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοτώνω, σκοτώσει, σκοτώνουν, σκοτώσουν, να σκοτώσει, θανάτωση
Μεταφράσεις: σκοτώνω, σκοτώσει, σκοτώνουν, σκοτώσουν, να σκοτώσει, θανάτωση