Drek στα ελληνικά

Μετάφραση: drek, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βόρβορος, ιλύς, κόπρανα, κοπριά, άργιλος, λάσπη, περίττωμα, κοπριάς, κόπρου, περιττώματα, την κοπριά
Drek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dreigen στα ελληνικά - απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
  • dreiging στα ελληνικά - απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
  • drempel στα ελληνικά - πεζούλι, κατώφλι, όριο, κατωφλίου, ορίου, κατώτατο όριο
  • drenkbak στα ελληνικά - φάτνη, παχνί, τη φάτνη, διαχειριστής της, manger
Τυχαίες λέξεις
Drek στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βόρβορος, ιλύς, κόπρανα, κοπριά, άργιλος, λάσπη, περίττωμα, κοπριάς, κόπρου, περιττώματα, την κοπριά