Droom στα ελληνικά

Μετάφραση: droom, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όνειρο, ονειρεύομαι, ονειρεύονται, το όνειρο, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε
Droom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • droogte στα ελληνικά - ξηρασία, ξηρασίας, της ξηρασίας, την ξηρασία, η ξηρασία
  • droogvallen στα ελληνικά - στεγνός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
  • droombeeld στα ελληνικά - όραση, όραμα, όνειρο, ονειρεύονται, το όνειρο, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε
  • droomgezicht στα ελληνικά - όραμα, όραση, όνειρο, το όνειρο, ονειρεύονται, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε
Τυχαίες λέξεις
Droom στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όνειρο, ονειρεύομαι, ονειρεύονται, το όνειρο, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε