Faam στα ελληνικά

Μετάφραση: faam, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φημολογία, φήμη, διάδοση, Δόξα, τη φήμη, φήμης, η φήμη
Faam στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • extreem στα ελληνικά - ακραίος, εξαιρετικά, υπερβολικός, ψηλά, άκρο, ακραίες, ακραία, ...
  • ezel στα ελληνικά - παγκάκι, έδρανο, έδρα, πάγκος, γάιδαρος, βλάκας, κώλος, ...
  • fabel στα ελληνικά - θρύλος, μύθος, μύθο, μύθου, παραμύθι, ο μύθος
  • fabricage στα ελληνικά - κατασκευή, παραγωγή, παρασκευή, κατασκευής, την κατασκευή
Τυχαίες λέξεις
Faam στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φημολογία, φήμη, διάδοση, Δόξα, τη φήμη, φήμης, η φήμη