Gehoor στα ελληνικά
Μετάφραση: gehoor, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακοή, ακροατήριο, ακρόαση, άκουσε, ακοής, ακούσει
![Gehoor στα ελληνικά Gehoor στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-nl-gr-3523.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gehemelte στα ελληνικά - ουρανίσκος, υπερώα, ουρανίσκο, υπερώας, τον ουρανίσκο
- geheugen στα ελληνικά - μνήμη, ανάμνηση, μνήμης, τη μνήμη, της μνήμης, μνήμη του
- gehoorzaam στα ελληνικά - πειθήνιος, υπάκουος, υπάκουοι, υπάκουο, υπάκουη, υπάκουα
- gehoorzamen στα ελληνικά - υπακούω, υπακούουν, υπακούσει, υπακούσουν, υπακούν
Τυχαίες λέξεις
Gehoor στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακοή, ακροατήριο, ακρόαση, άκουσε, ακοής, ακούσει
Μεταφράσεις: ακοή, ακροατήριο, ακρόαση, άκουσε, ακοής, ακούσει