Genootschap στα ελληνικά

Μετάφραση: genootschap, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εταιρία, επιχρυσώνω, εντολή, παραγγελία, κοινωνία, προσταγή, ακαδημία, θίασος, παραγγέλλω, ένωση, σχέση, συντεχνία, παρέα, λέσχη, ρόπαλο, ομήγυρη, κοινωνίας, της κοινωνίας, την κοινωνία, κοινωνία της
Genootschap στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • genoegen στα ελληνικά - κέφι, ικανοποίηση, ευχαρίστηση, πλάκα, ηδονή, διασκέδαση, αρέσκεια, ...
  • genoeglijk στα ελληνικά - ευχάριστος, ευάρεστος, τερπνός, ωραίος, απολαυστικός, ευχάριστη, ευχάριστο, ...
  • genot στα ελληνικά - αρέσκεια, ευχαρίστηση, ηδονή, απόλαυση, χαρά, απόλαυσης, την απόλαυση
  • genotvol στα ελληνικά - απολαυστικός, ευχάριστη, ευχάριστο, ευχάριστες, απολαυστική
Τυχαίες λέξεις
Genootschap στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εταιρία, επιχρυσώνω, εντολή, παραγγελία, κοινωνία, προσταγή, ακαδημία, θίασος, παραγγέλλω, ένωση, σχέση, συντεχνία, παρέα, λέσχη, ρόπαλο, ομήγυρη, κοινωνίας, της κοινωνίας, την κοινωνία, κοινωνία της