Huizen στα ελληνικά
Μετάφραση: huizen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόσμος, κατοικώ, διαμένω, ζωντανός, άνθρωπος, άνθρωποι, μένω, οίκος, σπίτι, σπιτιού, το σπίτι, κατοικία, οικία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- huiswaarts στα ελληνικά - σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
- huiveren στα ελληνικά - τρέμω, τρεμουλιάζω, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, ριγώ, ρίγος, το ρίγος, ...
- hulde στα ελληνικά - δικαστήριο, ερωτοτροπώ, αυλή, φόρος τιμής, φόρο τιμής, αφιέρωμα, τιμήν, ...
- huldebetoon στα ελληνικά - αυλή, δικαστήριο, ερωτοτροπώ
Τυχαίες λέξεις
Huizen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόσμος, κατοικώ, διαμένω, ζωντανός, άνθρωπος, άνθρωποι, μένω, οίκος, σπίτι, σπιτιού, το σπίτι, κατοικία, οικία
Μεταφράσεις: κόσμος, κατοικώ, διαμένω, ζωντανός, άνθρωπος, άνθρωποι, μένω, οίκος, σπίτι, σπιτιού, το σπίτι, κατοικία, οικία