Infanterie στα ελληνικά
Μετάφραση: infanterie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόδι, πεζικό, πεζικού, του πεζικού, το πεζικό, στο πεζικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inenten στα ελληνικά - εμβολιάζω, εμβολιασμό, εμβολιάσουν, τον εμβολιασμό, εμβολιάσει, ενοφθαλμισμό
- infaam στα ελληνικά - κακόφημος, περίφημο, διαβόητη, κακόφημο, διαβόητο
- infecteren στα ελληνικά - μολύνω, μολύνουν, μολύνει, να μολύνει, να μολύνουν, προσβάλλουν
- infectie στα ελληνικά - λοίμωξη, μόλυνση, μόλυνσης, λοίμωξης, μολύνσεως
Τυχαίες λέξεις
Infanterie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόδι, πεζικό, πεζικού, του πεζικού, το πεζικό, στο πεζικό
Μεταφράσεις: πόδι, πεζικό, πεζικού, του πεζικού, το πεζικό, στο πεζικό