Kit στα ελληνικά
Μετάφραση: kit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλλα, κολλώ, κιτ, σετ, πακέτο, του κιτ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kippig στα ελληνικά - μυωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, μυωπική, κοντόφθαλμες, κοντόφθαλμης
- kist στα ελληνικά - κιβούρι, στήθος, κάσα, φέρετρο, στο στήθος, θώρακα, το στήθος, ...
- klaar στα ελληνικά - έτοιμος, διαυγής, φανταστικός, ζωντανός, εναργής, λαμπερός, τελείωσε, ...
- klaarblijkelijk στα ελληνικά - εμφανής, προφανής, φανερός, σκέτος, εναργής, φαινομενικός, κάμπος, ...
Τυχαίες λέξεις
Kit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλώ, κιτ, σετ, πακέτο, του κιτ
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλώ, κιτ, σετ, πακέτο, του κιτ