Kleingeld στα ελληνικά

Μετάφραση: kleingeld, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραλλαγή, αλλάζω, παραλλάζω, μετατροπή, ψιλά, μικρή αλλαγή, μικρή μεταβολή, μικρή τροποποίηση, ικρή αλλαγή
Kleingeld στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • klein στα ελληνικά - λίγο, μικροπρεπής, σεμνός, ασήμαντος, στενός, μικροσκοπικός, ελάσσων, ...
  • kleiner στα ελληνικά - μικρός, ελάσσων, υπεξούσιος, ασήμαντος, μείον, μικρότερος, λιγότερο, ...
  • kleinhandelaar στα ελληνικά - έμπορος λιανικής, λιανοπωλητή, λιανοπωλητής, λιανικής πώλησης, πωλητή
  • kleinigheid στα ελληνικά - πραγματάκι, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω
Τυχαίες λέξεις
Kleingeld στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραλλαγή, αλλάζω, παραλλάζω, μετατροπή, ψιλά, μικρή αλλαγή, μικρή μεταβολή, μικρή τροποποίηση, ικρή αλλαγή