Ledig στα ελληνικά

Μετάφραση: ledig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άδειος, καθαρίζω, άγραφος, κοίλος, λευκό, κενό, καθαρός, υπόκωφος, άσπρος, κούφιος, λευκός, άγραφτος, βαθουλωμένος, κενός, άκυρος, άκυρη, άκυρα
Ledig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • leder στα ελληνικά - δερμάτινος, δέρμα, δερμάτινα, δέρματος, δερμάτινο, δερμάτινων
  • lederen στα ελληνικά - δερμάτινος, δέρμα, δερμάτινα, δέρματος, δερμάτινο, δερμάτινων
  • ledigen στα ελληνικά - άδειος, άδειο, κενή, κενό, κενών, κενές
  • ledikant στα ελληνικά - σκελετός κρεβατιού, βάσης κρεβατιού, κρεβατιού, βάση κρεβατιού, πλαίσιο κρεβατιού
Τυχαίες λέξεις
Ledig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άδειος, καθαρίζω, άγραφος, κοίλος, λευκό, κενό, καθαρός, υπόκωφος, άσπρος, κούφιος, λευκός, άγραφτος, βαθουλωμένος, κενός, άκυρος, άκυρη, άκυρα