Licht στα ελληνικά
Μετάφραση: licht, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμυδρός, επιπόλαιος, απλοϊκός, ξεκάθαρα, διαυγής, μικρός, ανάβω, εύκολος, επιπόλαια, άνετος, ζωντανός, αραιός, λαμπερός, αδύναμος, θίγω, φωτερός, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lichaamsbouw στα ελληνικά - ύψος, σωματική διάπλαση, Μυϊκή δύναμη, διάπλαση, σώμα, διάπλασή
- lichamelijk στα ελληνικά - σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
- lichtbak στα ελληνικά - προβολέας, προβολέα, προβολέων, των προβολέων, του προβολέα
- lichtekooi στα ελληνικά - πόρνη, πατσαβούρα, πουτάνα, Hooker, Χούκερ, πόρνη πολυτείας
Τυχαίες λέξεις
Licht στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμυδρός, επιπόλαιος, απλοϊκός, ξεκάθαρα, διαυγής, μικρός, ανάβω, εύκολος, επιπόλαια, άνετος, ζωντανός, αραιός, λαμπερός, αδύναμος, θίγω, φωτερός, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Μεταφράσεις: αμυδρός, επιπόλαιος, απλοϊκός, ξεκάθαρα, διαυγής, μικρός, ανάβω, εύκολος, επιπόλαια, άνετος, ζωντανός, αραιός, λαμπερός, αδύναμος, θίγω, φωτερός, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση