Εύκολος στα ολλανδικά

Μετάφραση: εύκολος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
licht, allicht, zoetjes, makkelijk, langzaam, zachtjes, vlot, gemakkelijk, eenvoudig, gemakkelijke, eenvoudige
Εύκολος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύκολος

εύκολος κότσος, εύκολος τρόπος εκμάθησης προπαίδειας, εύκολος πουρές πατάτας, εύκολος χαλβάς σιμιγδαλένιος, εύκολος μπακλαβάς, εύκολος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εύκολος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εύκαμπτος στα ολλανδικά - buigbaar, lenig, smijdig, soepel, buigzaam, flexibele, flexibel, ...
  • εύκολα στα ολλανδικά - gemakkelijk, allicht, makkelijk, eenvoudig, gemakkelijk te, goed
  • εύκρατος στα ολλανδικά - sober, bezadigd, gematigd, nuchter, matig, gematigde, de gematigde, ...
  • εύπιστος στα ολλανδικά - lichtgelovig, onnozel, goedgelovige, goedgelovig, lichtgelovige
Τυχαίες λέξεις
Εύκολος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: licht, allicht, zoetjes, makkelijk, langzaam, zachtjes, vlot, gemakkelijk, eenvoudig, gemakkelijke, eenvoudige