Liggen στα ελληνικά

Μετάφραση: liggen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κείμαι, ψεύδομαι, ξαπλωμένη, ξαπλωμένος, ξαπλωμένο, πέσει στο έδαφος, πέσει
Liggen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lift στα ελληνικά - υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
  • liga στα ελληνικά - πρωτάθλημα, συνέδριο, κατηγορία, σύσκεψη, συνασπισμός, αρένα, πρωταθλήματος, ...
  • ligging στα ελληνικά - τόπος, τοποθεσία, τοποθετώ, θέση, κατάσταση, τοποθεσίας, τοποθεσιών, ...
  • lijden στα ελληνικά - ανέχομαι, καημός, παθαίνω, πάσχω, πονώ, υπομένω, χτυπώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Liggen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κείμαι, ψεύδομαι, ξαπλωμένη, ξαπλωμένος, ξαπλωμένο, πέσει στο έδαφος, πέσει