Lispelen στα ελληνικά

Μετάφραση: lispelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψεύδισμα, ψευδίζω, τραυλισμός, τραύλισμα, τραυλίζω, ψελλίζω, lisp
Lispelen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liquide στα ελληνικά - διαθέσιμος, μετρητά, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών
  • liquideren στα ελληνικά - εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση
  • list στα ελληνικά - ξεγελώ, τρικ, τέχνασμα, κόλπο, Ρούσε, Ruse, τέχνασμα για
  • listig στα ελληνικά - μουσίτσα, έξυπνος, σέξι, πονηρός, δύσκολος, καπάτσος, πανουργία, ...
Τυχαίες λέξεις
Lispelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψεύδισμα, ψευδίζω, τραυλισμός, τραύλισμα, τραυλίζω, ψελλίζω, lisp