Pijl στα ελληνικά

Μετάφραση: pijl, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βέλος, arrow, βέλος Η, βέλους, το βέλος
Pijl στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pier στα ελληνικά - προβλήτα, τυφλοπόντικας, λάπαθο, μόλος, αράζω, αποβάθρα, προβλήτας, ...
  • pies στα ελληνικά - νερό, ύδωρ, ποτίζω, ούρα, ούρων, τα ούρα, των ούρων, ...
  • pijn στα ελληνικά - πόνος, λαχταρώ, πονώ, πόνο, πόνου, τον πόνο, άλγος
  • pijnboom στα ελληνικά - πεύκο, πεύκα, πεύκου, πεύκης, πεύκων
Τυχαίες λέξεις
Pijl στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βέλος, arrow, βέλος Η, βέλους, το βέλος