Probleem στα ελληνικά
Μετάφραση: probleem, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταλαιπωρία, δουλειά, μπελάς, φασαρία, πρόβλημα, ενοχλώ, έκδοση, ζήτημα, τεύχος, θέμα, έκδοσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- probeersel στα ελληνικά - δοκιμασία, δίκη, δοκιμή, δίκης, δοκιμής, δοκιμαστική
- proberen στα ελληνικά - απόπειρα, εξετάζω, εκδικάζω, δοκίμια, αποδεικνύω, έκθεση, αναζητώ, ...
- procedure στα ελληνικά - επεξεργάζομαι, διαδικασία, κατεργάζομαι, διαδικασίας, διαδικασία που, διαδικασία του, τη διαδικασία
- procent στα ελληνικά - τοις εκατό
Τυχαίες λέξεις
Probleem στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταλαιπωρία, δουλειά, μπελάς, φασαρία, πρόβλημα, ενοχλώ, έκδοση, ζήτημα, τεύχος, θέμα, έκδοσης
Μεταφράσεις: ταλαιπωρία, δουλειά, μπελάς, φασαρία, πρόβλημα, ενοχλώ, έκδοση, ζήτημα, τεύχος, θέμα, έκδοσης