Rommelig στα ελληνικά
Μετάφραση: rommelig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατάστατος, βρώμικο, ακατάστατο, ακατάστατη, ακατάστατα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- romantisch στα ελληνικά - ρομαντικός, ρομαντικό, ρομαντική, ρομαντικές, ρομαντικά
- rommel στα ελληνικά - αταξία, διαταραχή, κατάλοιπο, χαλάσματα, ακαταστασία, ανακατεύω, συγχέω, ...
- rommelzooi στα ελληνικά - μπάζα, σκουπίδια, σκόνη, χαλάσματα, ακαταστασία, σωρό, την ακαταστασία, ...
- romp στα ελληνικά - μπαούλο, σεντούκι, σώμα, προβοσκίδα, κέλυφος, σκάφος, κύτους, ...
Τυχαίες λέξεις
Rommelig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατάστατος, βρώμικο, ακατάστατο, ακατάστατη, ακατάστατα
Μεταφράσεις: ακατάστατος, βρώμικο, ακατάστατο, ακατάστατη, ακατάστατα