Schoensmeer στα ελληνικά
Μετάφραση: schoensmeer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κερί, γυαλίζω, στιλβώνω, βερνίκι, λουστράρω, λούστρο, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- schoencrème στα ελληνικά - βερνίκι, στιλβώνω, λούστρο, κερί, γυαλίζω, λουστράρω, στίλβωση, ...
- schoenmaker στα ελληνικά - τσαγκάρης, τσαγκάρη, υποδηματοποιός, υποδηματοποιό, ο τσαγκάρης
- schoenzool στα ελληνικά - πέλμα, γλώσσα, σόλα, μοναδικό, μοναδικός, αποκλειστική, αποκλειστικό
- schoffelen στα ελληνικά - ζιζάνιο, αγριόχορτο, ζιζανίων, των ζιζανίων, ζιζανίου
Τυχαίες λέξεις
Schoensmeer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κερί, γυαλίζω, στιλβώνω, βερνίκι, λουστράρω, λούστρο, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Μεταφράσεις: κερί, γυαλίζω, στιλβώνω, βερνίκι, λουστράρω, λούστρο, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά