Κερί στα ολλανδικά

Μετάφραση: κερί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schoencrème, was, schoensmeer, kaars, kaarsen, candle, kaars van, De kaars
Κερί στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κερί

κερί στα ρούχα, κερί ονειροκρίτης, κερί για έπιπλα, κερί αποτρίχωσης, κερί αναμμένο, κερί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κερί στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κενός στα ολλανδικά - open, leeg, opengevallen, vacant, flauw, onbezet, vrij, ...
  • κεράσι στα ολλανδικά - kers, rood, blozend, kersen, cherry, de Kers, van de Kers
  • κεραία στα ολλανδικά - voelhoorn, voelspriet, antenne, spriet, ra, voelhoren, de antenne
  • κεραμίδι στα ολλανδικά - tichel, tegelsteen, tegel, plavuis, tegels, tile, dakpan
Τυχαίες λέξεις
Κερί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schoencrème, was, schoensmeer, kaars, kaarsen, candle, kaars van, De kaars