Tekenen στα ελληνικά

Μετάφραση: tekenen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημειώνω, νεύω, δείχνω, σήμα, βαθμός, επισημαίνω, γνέφω, στίγμα, αιχμή, εμφαίνω, σημαίνω, φανερώνω, να επιστήσει, να συντάξει, να επιστήσω, να επιστήσει την, να επιστήσω την
Tekenen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • teisteren στα ελληνικά - σουξέ, βαρώ, χτυπώ, προσβάλλω, βασανίζω, λυπώ, θλίβω, ...
  • teken στα ελληνικά - πίνακας, απόδειξη, ένδειξη, στοιχεία, γνέφω, σύμβολο, νεύω, ...
  • tekenend στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, χαρακτηριστικό γνώρισμα, χαρακτηριστικό, χαρακτηριστική, χαρακτηριστικά
  • tekening στα ελληνικά - ζωγραφιά, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
Τυχαίες λέξεις
Tekenen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημειώνω, νεύω, δείχνω, σήμα, βαθμός, επισημαίνω, γνέφω, στίγμα, αιχμή, εμφαίνω, σημαίνω, φανερώνω, να επιστήσει, να συντάξει, να επιστήσω, να επιστήσει την, να επιστήσω την