Titel στα ελληνικά
Μετάφραση: titel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγούμαι, τίτλος, επικεφαλίδα, πορεία, κεφάλι, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alcoholicus στα ελληνικά - αλκοολικός, μεθύστακας, άφθονος, αλκοολούχα, αλκοολικό, αλκοολούχων, αλκοολικού
- nationalisme στα ελληνικά - εθνικισμός, Ο εθνικισμός, τον εθνικισμό, εθνικισμού, του εθνικισμού
- ongrijpbaar στα ελληνικά - γλιστερός, ολισθηρός, ολισθηρό, ολισθηρές, ολισθηρά
- onthullen στα ελληνικά - αποκαλύπτω, διαφαίνομαι, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει
Τυχαίες λέξεις
Titel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγούμαι, τίτλος, επικεφαλίδα, πορεία, κεφάλι, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι
Μεταφράσεις: ηγούμαι, τίτλος, επικεφαλίδα, πορεία, κεφάλι, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι