Usurperen στα ελληνικά
Μετάφραση: usurperen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aanschouwelijk στα ελληνικά - γραφικός, ΓΡΑΦΗΚΟΥ, γραφικό, γραφικών, γραφικά
- cobra στα ελληνικά - κόμπρα, Cobra, κόμπρας, της κόμπρας, κόβρας
- regime στα ελληνικά - κυβέρνηση, καθεστώς, πολίτευμα, δίαιτα, καθεστώτος, σύστημα, συστήματος, ...
- specificeren στα ελληνικά - καθορίζω, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει
Τυχαίες λέξεις
Usurperen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται
Μεταφράσεις: σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται