Vandehands στα ελληνικά

Μετάφραση: vandehands, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωστός, δικαίωμα, δεξιός, Vande
Vandehands στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aangapen στα ελληνικά - χασμουριέμαι, χάσκω, χαίνω, χασμώμαι
  • aanmoediging στα ελληνικά - ενθάρρυνση, ενθάρρυνσης, την ενθάρρυνση, προώθηση, ενθαρρύνει
  • eerder στα ελληνικά - προηγούμενα, άλλοτε, προηγουμένως, παρελθόν, στο παρελθόν, ήδη
  • pony στα ελληνικά - αλογάκι, πόνυ, πόνι, με πόνυ
Τυχαίες λέξεις
Vandehands στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωστός, δικαίωμα, δεξιός, Vande