Volk στα ελληνικά

Μετάφραση: volk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσγειώνομαι, κόσμος, έθνος, πατρίδα, άνθρωποι, έδαφος, εξοχή, άνθρωπος, προσγειώνω, χώρα, ανθρώπους, άτομα, ανθρώπων, οι άνθρωποι
Volk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brombeer στα ελληνικά - γρινιάρης, μουρμούρης
  • eik στα ελληνικά - δρύινος, βελανιδιά, βελανιδιάς, δρύινο δέντρο, δρυς, βαλανιδιά
  • gentiaan στα ελληνικά - γεντιακή, gentian, γεντιανής, γεντιανή, τη γεντιανή
  • redelijk στα ελληνικά - λογικός, λογικώς, ευλόγως, εύλογα, λογικά, λογικές
Τυχαίες λέξεις
Volk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσγειώνομαι, κόσμος, έθνος, πατρίδα, άνθρωποι, έδαφος, εξοχή, άνθρωπος, προσγειώνω, χώρα, ανθρώπους, άτομα, ανθρώπων, οι άνθρωποι