Weesjongen στα ελληνικά
Μετάφραση: weesjongen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eigenschap στα ελληνικά - ακίνητο, σπίτι, ποιότητα, περιουσία, κτήμα, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ...
- gemeenschapszin στα ελληνικά - αλληλεγγύη, αλληλεγγύης, την αλληλεγγύη, της αλληλεγγύης, η αλληλεγγύη
- middelbaar στα ελληνικά - παραδόπιστος, μέση, τσιγκούνης, μέσος, εννοώ, σημαίνω, μεσαίος, ...
- steeg στα ελληνικά - πάροδος, δρομάκι, λωρίδα, σοκάκι, λωρίδας, λωρίδων, διάδρομος, ...
Τυχαίες λέξεις
Weesjongen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά
Μεταφράσεις: ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά