Zuiveren στα ελληνικά

Μετάφραση: zuiveren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρός, καθαρίζω, καθαρίζει, εξαγνίσει, καθαρίσει, τον καθαρισμό, καθαρίζουν
Zuiveren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • feniks στα ελληνικά - φοίνιξ, Φοίνιξ, Phoenix, φοίνικας, φοίνικα, του Φοίνικας
  • jagen στα ελληνικά - κυνηγώ, κυνηγητό, καταδίωξη, Chase, κυνηγήσει, κυνήγι
  • kennis στα ελληνικά - γνώσεις, γνώση, γνωριμία, οικειότητα, γνώσης, γνώσεων, της γνώσης
  • onderstelling στα ελληνικά - θεωρία, οίκημα, κατάστημα, υπόθεση, υποτεθεί, αν υποτεθεί, προϋπόθεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Zuiveren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρός, καθαρίζω, καθαρίζει, εξαγνίσει, καθαρίσει, τον καθαρισμό, καθαρίζουν