Dajka στα ελληνικά
Μετάφραση: dajka, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dagályos στα ελληνικά - πλεονάζων, υπεράριθμος, πομπώδη, στομφώδης, εορταστικούς, μεγαλόσχημα
- dagályosság στα ελληνικά - κοτλέ, κομπαστικός, είδος βαμβακερού υφάσματος, στόμφος, τη σκληρή
- dajkamese στα ελληνικά - βάγια, νοσοκόμα, cock-, κόκορα, πετεινόσχημων, κοκορομαχίες
Τυχαίες λέξεις
Dajka στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα