Βάγια στα ουγγρικά

Μετάφραση: βάγια, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ápoló, dajka, dajkamese, gyermekgondozó, pálma, tenyér, tenyerét, palm, pálmafákkal
Βάγια στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάγια

βάγια ζεππάτου, βάγια ταύρος, βάγια καραφεϊζη, βάγια βλάχου, βάγια νικλήτσα, βάγια λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βάγια στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αύρα στα ουγγρικά - szellő, szél, szélben, gyerekjáték, szellõ
  • αύριο στα ουγγρικά - holnap, holnapi, jövő, a holnap, holnapra
  • βάζω στα ουγγρικά - reklámmelléklet, szövegfilmezés, bolt, áruraktár, betét, tesz, fel, ...
  • βάθος στα ουγγρικά - képmélység, vízmagasság, falvastagság, mélység, mélysége, mélyreható, mélységben, ...
Τυχαίες λέξεις
Βάγια στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ápoló, dajka, dajkamese, gyermekgondozó, pálma, tenyér, tenyerét, palm, pálmafákkal