Elhelyezkedés στα ελληνικά
Μετάφραση: elhelyezkedés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόστο, ταχυδρομώ, δοκάρι, τοποθεσία, θέση, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elhatárolt στα ελληνικά - πεπερασμένος, περιορισμένος, δεδουλευμένος, δεδουλευμένων, δεδουλευμένους, δεδουλευμένοι, δεδουλευμένα
- elhatározás στα ελληνικά - απόφαση, απόφασης, αποφάσεως, απόφαση της, απόφασή
- elhibázás στα ελληνικά - αστοχώ, δεσποινίς, χάνω, Οποιαδήποτε εκτροπή, αστοχία, Μια αστοχία, τυχόν ολίσθηση
- elhidegülés στα ελληνικά - δυσαρέσκεια, αντιπάθεια, αποξένωση, αποξένωσης, αλλοτρίωση, την αποξένωση, η αποξένωση
Τυχαίες λέξεις
Elhelyezkedés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόστο, ταχυδρομώ, δοκάρι, τοποθεσία, θέση, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών
Μεταφράσεις: πόστο, ταχυδρομώ, δοκάρι, τοποθεσία, θέση, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών