Enyhülés στα ελληνικά
Μετάφραση: enyhülés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτόνωση, αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ανάγλυφο
Μεταφράσεις
- enyhén στα ελληνικά - ήπια, ελαφρώς, ηπίως, ελαφρά, μετρίως
- enyhítés στα ελληνικά - μείωση, μετριασμού, άμβλυνσης, μετριασμό, άμβλυνσης του
- enyv στα ελληνικά - κόλλα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
- enyvezett στα ελληνικά - κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
Τυχαίες λέξεις
Enyhülés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτόνωση, αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ανάγλυφο
Μεταφράσεις: εκτόνωση, αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ανάγλυφο