Fesztelenség στα ελληνικά

Μετάφραση: fesztelenség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταπραΰνω, άνεση, ευκολία, ευκολίας, την ευκολία, η ευκολία, της ευκολίας
Fesztelenség στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • feszesség στα ελληνικά - κολλαρίζω, άμυλο, ένταση, τάση, έντασης, τάσης, την ένταση
  • fesztelen στα ελληνικά - ανεπίσημος, χαλαρή, χαλαρό, χαλαρωτική, χαλαροί, χαλαρωτικό
  • fesztelenítés στα ελληνικά - ξεκούραση, εκτόνωση, εξαερισμού, εξαερισμός, εξαερισμό, αερισμού, εξαέρωση
  • fesztelenül στα ελληνικά - φαιδρώς, αέρινο
Τυχαίες λέξεις
Fesztelenség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταπραΰνω, άνεση, ευκολία, ευκολίας, την ευκολία, η ευκολία, της ευκολίας