Gyalázkodás στα ελληνικά
Μετάφραση: gyalázkodás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάχρηση, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις
- gyalázatos στα ελληνικά - απεχθής, εναγής, επαίσχυντο, επαίσχυντη, επονείδιστο, ατιμωτική, επονείδιστη
- gyalázatosság στα ελληνικά - κακός, ασεβείς, ασεβών, πονηρά, πονηρό
- gyanakvás στα ελληνικά - δισταγμός, καχυποψία, η καχυποψία, καχυποψίας, την καχυποψία, της καχυποψίας
- gyanakvó στα ελληνικά - κίτρινος, δειλός, καχύποπτος, ύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
Τυχαίες λέξεις
Gyalázkodás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάχρηση, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις: κατάχρηση, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων