Hét στα ελληνικά

Μετάφραση: hét, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επτά, εφτά, από επτά
Hét στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • héjlemezelés στα ελληνικά - γδέρνω, δέρμα, προβιά, επιμετάλλωση, επένδυση, επιμετάλλωσης, επίστρωση, ...
  • héjszerkezet στα ελληνικά - οβίδα, καβούκι, κέλυφος, monocoque, μονοκόκ, ολόσωμη, αυτοφερόμενο, ...
  • hétköznapi στα ελληνικά - ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, καθημερινή, καθημερινές, ημέρα της εβδομάδας, εργάσιμη μέρα, τις καθημερινές
  • hétköznapias στα ελληνικά - ασήμαντος, ρομαντικοί, μη ρομαντική, μη ρομαντικό
Τυχαίες λέξεις
Hét στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επτά, εφτά, από επτά