Irányítás στα ελληνικά
Μετάφραση: irányítás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντολή, διατάζω, προσταγή, προστάζω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Μεταφράσεις
- irányában στα ελληνικά - προς, για, προς την, έναντι, προς την κατεύθυνση
- irányítható στα ελληνικά - καθοδηγείται, καθοδηγούνται, καθοδηγούμενη, οδηγείται, γνώμονα
- irányító στα ελληνικά - διακυβέρνηση, διοικητικό, διοικητικού, που διέπουν, που διέπει
- irányítófej στα ελληνικά - καρέ, αναχαιτίζω, σταματώ, ανακόπτω, τιμονιού, κεφαλή διεύθυνσης, κεφαλή της περόνης, ...
Τυχαίες λέξεις
Irányítás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντολή, διατάζω, προσταγή, προστάζω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Μεταφράσεις: εντολή, διατάζω, προσταγή, προστάζω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της