Szegénysegélyezés στα ελληνικά

Μετάφραση: szegénysegélyezés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακούφιση, ανάγλυφος, εκτόνωση, αρωγή, κακή, φτωχή, φτωχό, φτωχοί, φτωχών
Szegénysegélyezés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alkony στα ελληνικά - λυκόφως, σουρούπωμα, σούρουπο, το σούρουπο, νυχτώσει, τη δύση, δύσης
  • cselekvésképtelenség στα ελληνικά - Ανικανότητα, αδιαθεσίας του χειριστή, της αδιαθεσίας, αδιαθεσίας, αδιαθεσίας του
  • jácint στα ελληνικά - υάκινθος, υάκινθου, υακίνθου, υάκυνθος, υάκινθος του
  • mentegetés στα ελληνικά - ανακούφιση, την ανακούφιση, ανακούφιση των, ανακούφιση του, της ανακούφισης
Τυχαίες λέξεις
Szegénysegélyezés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακούφιση, ανάγλυφος, εκτόνωση, αρωγή, κακή, φτωχή, φτωχό, φτωχοί, φτωχών