Арбітр στα ελληνικά
Μετάφραση: арбітр, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαιτητής, αναγωγή, αναφορά, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής
Μεταφράσεις
- аранжувальник στα ελληνικά - διευθετών, ενορχηστρωτής, arranger, οργανωτή έκδοσης, ενορχηστρωτή
- арбалет στα ελληνικά - βαλλίστρα, arbalist
- арбітраж στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- арбітражний στα ελληνικά - διαιτητικό, διαιτητικών, διαιτητικού, διαιτητική, διαιτησίας
Τυχαίες λέξεις
Арбітр στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαιτητής, αναγωγή, αναφορά, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής
Μεταφράσεις: διαιτητής, αναγωγή, αναφορά, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής