Бундючність στα ελληνικά

Μετάφραση: бундючність, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φούσκωμα, μεγαληγορία, μεγαλοστομία, στόμφο, τον στόμφο, στόμφος
Бундючність στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бумеранг στα ελληνικά - μπούμερανγκ, boomerang, μπούμεραγκ, το μπούμερανγκ
  • бундючний στα ελληνικά - υπερόπτης, αλαζόνας, υπεροπτικός, αλαζονικός, highfalutin
  • бункер στα ελληνικά - κάδος, χοάνη, χοάνης, χωνί, της χοάνης, χωνιού
  • бунт στα ελληνικά - ανταρσία, ανταρσίας, στάση, την ανταρσία, εξέγερσης
Τυχαίες λέξεις
Бундючність στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φούσκωμα, μεγαληγορία, μεγαλοστομία, στόμφο, τον στόμφο, στόμφος