Вибухати στα ελληνικά

Μετάφραση: вибухати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικρίνω, δριμύτατα, εκραγεί, εκραγούν, να εκραγεί, να εκραγούν, εκρήγνυνται
Вибухати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вибрати στα ελληνικά - εκλέγω, επιλέγω, διαλέγω, επιλέξτε, επιλέξετε, επιλέξουν, επιλέγουν, ...
  • вибух στα ελληνικά - έκρηξη, ξεσπώ, εκδήλωση, ανεμοθύελλα, αγωνία, ξέσπασμα, έκρηξης, ...
  • вибухніть στα ελληνικά - εκρήγνυμαι, Σπάστε, Ξεσπάσουν, Ξεσπήστε, Διάλειμμα από, Ξεσπάσει
  • вибуховий στα ελληνικά - εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά
Τυχαίες λέξεις
Вибухати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικρίνω, δριμύτατα, εκραγεί, εκραγούν, να εκραγεί, να εκραγούν, εκρήγνυνται