Виводити στα ελληνικά
Μετάφραση: виводити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάγω, συμπεραίνω, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вивих στα ελληνικά - εξάρθρωση, μετατόπιση, εξάρθρωσης, εξάρθρημα, αποδιάρθρωση
- вивихнути στα ελληνικά - εξαρθρώνω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις
- виводитись στα ελληνικά - επώαση, τίθεται, σβήσει, που τίθεται, τεθεί εκτός, βάλει έξω
- виводитися στα ελληνικά - επώαση, επωαστούν, επωαστεί, επωάζονται, επωάζεται
Τυχαίες λέξεις
Виводити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνω, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνω, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν