Кара στα ελληνικά
Μετάφραση: кара, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διόρθωμα, διόρθωση, στερούμαι, πρόστιμο, κύρωση, ποινή, τίμημα, τιμωρία, τιμωρίας, θανατικής, την τιμωρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- кар'єри στα ελληνικά - νταμάρι, σταδιοδρομίες, σταδιοδρομία, καριέρες, σταδιοδρομίας, σταδιοδρομιών
- кар'єрист στα ελληνικά - τοποθέτηση, ορειβάτης, καριερίστες, καριερίστικες, καριερίστα, αριβιστικά, καριερίστας
- карабін στα ελληνικά - δράκος, καραμπίνα, carbine, τύπου καραμπίνας, τυφέκιο, αραβίδα
- карабінер στα ελληνικά - δράκος, καραμπινιέρος
Τυχαίες λέξεις
Кара στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διόρθωμα, διόρθωση, στερούμαι, πρόστιμο, κύρωση, ποινή, τίμημα, τιμωρία, τιμωρίας, θανατικής, την τιμωρία
Μεταφράσεις: διόρθωμα, διόρθωση, στερούμαι, πρόστιμο, κύρωση, ποινή, τίμημα, τιμωρία, τιμωρίας, θανατικής, την τιμωρία