Керівництво στα ελληνικά
Μετάφραση: керівництво, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειραγωγία, επίβλεψη, εγχειρίδιο, επιτήρηση, καθοδήγηση, ηγεσία, ηγεσίας, την ηγεσία, ηγετική, ηγετικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- керівний στα ελληνικά - διαχειριστικός, διακυβέρνηση, διοικητικό, διοικητικού, που διέπουν, που διέπει
- керівник στα ελληνικά - κεφάλι, μαέστρος, ηγούμαι, κεφαλιά, κεφαλή, κεφαλής, επικεφαλής, ...
- кетяг στα ελληνικά - δέσμη, τσαμπί, μάτσο, σωρό, μπουκέτο
- кефір στα ελληνικά - κεφίρ, Kefir, το κεφίρ, κείΪΓ, Το Kefir
Τυχαίες λέξεις
Керівництво στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειραγωγία, επίβλεψη, εγχειρίδιο, επιτήρηση, καθοδήγηση, ηγεσία, ηγεσίας, την ηγεσία, ηγετική, ηγετικές
Μεταφράσεις: χειραγωγία, επίβλεψη, εγχειρίδιο, επιτήρηση, καθοδήγηση, ηγεσία, ηγεσίας, την ηγεσία, ηγετική, ηγετικές