Кран στα ελληνικά

Μετάφραση: кран, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γερανός, βρύση, βρύσης, πατήστε, της βρύσης, πιέστε
Кран στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • крамниця στα ελληνικά - ψωνίζω, προδίδω, βάζω, μαγαζί, αποθηκεύω, κατάστημα, shop, ...
  • крамничка στα ελληνικά - κατάστημα, Φυλάσσετε, αποθήκη, Φυλάσσεται, Αποθηκεύστε
  • крапання στα ελληνικά - στάζω, σταλάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
  • крапати στα ελληνικά - στάζω, σταγόνα, μειώνομαι, ρανίδα, σταλάζω, στάγδην, στάλαξης, ...
Τυχαίες λέξεις
Кран στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γερανός, βρύση, βρύσης, πατήστε, της βρύσης, πιέστε