Лишатись στα ελληνικά

Μετάφραση: лишатись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλοιπο, να, για να, σε, για, με
Лишатись στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • личинки στα ελληνικά - προνύμφες, προνυμφών, νύμφες, νυμφών, λάρβες
  • лиш στα ελληνικά - μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
  • лишаї στα ελληνικά - νόμιμος, θεμιτός, έρπης, έρπητα, έρπη, του έρπητα, έρπητα των
  • лише στα ελληνικά - μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Τυχαίες λέξεις
Лишатись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλοιπο, να, για να, σε, για, με