Муляр στα ελληνικά
Μετάφραση: муляр, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πορτοφόλι, κτίστης, Mason, κτίστη, χτίστη, χτίστης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- загальноприйнятий στα ελληνικά - ορθόδοξος, συμβατικός, συμβατικές, συμβατικό, συμβατικά, συμβατική
- запроваджувати στα ελληνικά - ένεση, εισάγουν, εισαγάγει, εισαγάγουν, εισάγει, θεσπίσουν
- засідати στα ελληνικά - σύσκεψη, συνέδριο, κάθονται, καθίσει, να καθίσει, καθίστε, καθίσετε
- латунний στα ελληνικά - ορείχαλκος, ορείχαλκο, ορείχαλκου, ορειχάλκου, από ορείχαλκο
Τυχαίες λέξεις
Муляр στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πορτοφόλι, κτίστης, Mason, κτίστη, χτίστη, χτίστης
Μεταφράσεις: πορτοφόλι, κτίστης, Mason, κτίστη, χτίστη, χτίστης