Надуживати στα ελληνικά
Μετάφραση: надуживати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοιδορία, καταχρώμαι, κατάχρηση, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гліцинія στα ελληνικά - σκεπτικός, γλυκίνη, Wisteria, γλυσίνα, νεφροσία, γλυσίνες
- гігієнічний στα ελληνικά - υγιεινός, υγιεινής, υγιεινή, υγιεινό, υγιεινές
- заспокоювання στα ελληνικά - κατευναστικό, ηρεμώντας, κατευναστική, ηρεμιστική, γαλήνια
- ляпати στα ελληνικά - χαστούκι, ραπίζω, κόλαφος, σφαλιάρα, ράπισμα, slap
Τυχαίες λέξεις
Надуживати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοιδορία, καταχρώμαι, κατάχρηση, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις: λοιδορία, καταχρώμαι, κατάχρηση, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων